Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Το θέμα είναι τώρα τι λες, Νίκο Μπογιόπουλε!




Διότι, για να τα λέμε όλα, όταν είσαι μέλος τού Κόμματος (έτσι το γράφεις εσύ, με Κ κεφαλαίο, και ακολουθούμε κι εμείς) και το Κόμμα έχει οικονομικά στριμώγματα, τι θα πει «δεν υπογράφω ατομική σύμβαση εργασίας για λόγους αρχών»; Όταν μάλιστα η ατομική σύμβαση εργασίας δεν είναι και τόσο ατομική, αφού ισχύει για όλα τα μέλη και στελέχη που είναι αποσπασμένα στον Ριζοσπάστη, όπως διαβάζουμε σήμερα (αν διαβάζουμε σωστά ή αν μας τα γράφουν σωστά οι σύντροφοι). Και τι θα πει «παραιτούμαι από τον κομματικό μισθό», όπως γράφεται δεξιά κι αριστερά ότι έχεις κάνει εσύ; Άμα το Κόμμα έχει ψίχουλα για σένα και τα ψίχουλα είναι για όλους το ίδιο και δεν γίνονται ‘‘παιχνίδια’’ και ‘‘μαγειρέματα’’, δεν πρέπει να τα πάρεις και μάλιστα να το θεωρείς τιμή σου και καμάρι σου; Σωστά; Σωστά.

Λοιπόν; Τι συμπεράσματα να βγάλουμε εμείς, που δεν θέλουμε βέβαια να σε αδικήσουμε, αλλά δεν θέλουμε να αδικήσουμε και το Κόμμα (άσχετα αν έχουμε πολλά ράμματα για τη γούνα του έτερον εκάτερον), όταν δεν ανοίγεις το στόμα σου να μας εξηγήσεις αυτές τις αντιφάσεις, παρά κρατάς «κρυμένα μυστικά και ντοκουμέντα»; Και πώς να μην πάει το μυαλό μας στην περίπτωση ότι πίσω από όλα αυτά κρύβονται πολιτικές διαφωνίες (και, φυσικά, η γνωστή πάγια πολιτική τού Κόμματος έναντι τών διαφωνούντων), ιδίως όταν έχει προηγηθεί η ‘‘σχιζοφρενική’’ απόφαση να καταργηθεί η στήλη σου στον Ρίζο; Δεν λέμε να τα βάλεις με το Κόμμα σώνει και ντε. Λέμε ότι με τη ‘‘σιγή ασυρμάτου’’ που τηρείς δεν διευκολύνεις κανέναν να βγάλει τα σωστά συμπεράσματα. Κι αν δεν κάνω λάθος, ένα από τα κύρια καθήκοντα του κομμουνιστή είναι να ανοίγει τα μάτια τού κόσμου και να τον βοηθάει να βγάλει τα σωστά συμπεράσματα. Ακόμα κι αν αυτά είναι ότι εσύ είσαι εκείνος που τα έκανε θάλασσα ή ότι, αντίθετα, το Κόμμα είναι αυτό που τα μούσκεψε! Στην τελική, και τι έγινε; Μόνο οι νεκροί δεν κάνουν λάθη! Και δόξα τω Μαρξ, εσένα μια χαρά σε βλέπουμε να στέκεσαι. Όσο για το Κόμμα, παρά τα ζόρια του, οικονομικά και άλλα, κι εκείνο βαστιέται στα πόδια του (και τσιμπάει και κάτι ψιλά στις δημοσκοπήσεις). Σωστά; Σωστά.

Για πες, λοιπόν.



Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Αγαπητέ κύριε Ιωακείμογλου, να ένας ‘‘άγριος’’ την 28η Οκτωβρίου!




Ως υστερόγραφο στην προπροηγούμενη και προηγούμενη ανάρτηση, η φωτογραφία που όλοι έχετε δει, αφού κάνει το γύρο τού διαδικτύου, και το σημερινό σημείωμα.

Για να δει ο Ηλίας Ιωακείμογλου ότι ακόμα και ένας ‘‘άγριος’’ θέλει να αισθάνεται μέλος μιας κοινότητας ανθρώπων —και μάλιστα θέλει και απολαμβάνει να εκφράζει αυτή την επιθυμία του, σηκώνοντας το σύμβολό της κοινότητας. Μιας κοινότητας που δεν συμπίπτει με αυτήν από την οποία κατάγονται οι γονείς του και που είναι πολύ ευρύτερη από την τάξη τού σχολείου του ή από τον ποδοσφαιρικό ερασιτεχνικό σύλλογο της γειτονιάς του, ή —ακόμα και— από την κοινότητα των εν Ελλάδι Νιγηριανών (από τη Νιγηρία κατάγεται ο γαντοφορεμένος Έλληνας σημαιοφόρος τής φωτογραφίας), αλλά επεκτείνεται στη μεγάλη κλίμακα της κοινότητας που ορίζεται από ένα έθνος-κράτος.

Και ακόμα, για να δουν οι ‘‘εραστές’’ τής πολυπολιτισμικότητας —εκείνοι που σταύρωσαν τον Zizek όταν υποστήριξε πως (σε ελεύθερη απόδοση) «πολλά όργανα μπορούν να παίζουν σε μια χώρα αλλά τον τόνο πρέπει να τον δίνει το όργανο που κρατούν οι πιο πολλοί», ότι οι ίδιοι αυτοί που ενσαρκώνουν την πολυπολιτισμικότητα μια χαρά τα πάνε με τον πλειοψηφικό πολιτισμό τής χώρας στην οποία ζουν (σε αντίθεση με τους ίδιους που δεν αποκλείεται να πουν: «Ορίστε ο κρυμμένος ρατσιστικός εθνικισμός τού νεοελληνικού κράτους: ο μαθητής έπρεπε να κρατάει τη σημαία τής Νιγηρίας.»!

Τέλος, για να δει και να καταλάβει (μετά από τέσσερα σχεδόν χρόνια!) αυτός, ο ένας από τους πιο ανόητους, δογματικούς και εμμονικούς ανθρώπους που κυκλοφορούν στο ελληνικό διαδίκτυο, τι ακριβώς εννοούσαμε όταν είχαμε κάνει λόγο για μαύρους Έλληνες και ίσως να ντραπεί για τα δύο σχόλια που έχει αφήσει εκεί, κρύβοντας ακόμα και την ψευδώνυμη ιντερνετική ταυτότητά του…


Στη photo, ένας μαύρος ωραίος σαν Έλληνας!



Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Η δυστυχία τού να (προσπαθείς να μην) είσαι Έλληνας —ή Άγγλος, Γάλλος, Πορτογάλος, Σέρβος, Βούλγαρος, Ρουμάνος.




Στην προηγούμενη ανάρτηση δημοσιεύσαμε δύο κείμενα με μεγάλη μεν χρονική απόσταση μεταξύ τους, αλλά με την ίδια θεματολογία, καθώς και τα δύο άπτονται του «εθνικού ζητήματος». Είναι τόσο πολλές οι διαφορές τους, ώστε πραγματικά δυσκολεύεται πολύ να πιστέψει κανείς ότι οι συγγραφείς τους, ο Ηλίας Ιωακείμογλου (ΗΙ) και ο Μιχαήλ Μπακούνιν, βλέπουν τα πράγματα και οι δύο από αριστερή σκοπιά, όπως ασφαλώς και είναι η περίπτωση. Συνοπτικά: Εκεί που ο Ιωακείμογλου βλέπει το έθνος περίπου ως βαμπίρ το οποίο συντηρείται τρεφόμενο από  «το αμυντικό μίσος του πατριώτη που γλιστρά εύκολα στο καταδιωκτικό μίσος του εθνικιστή», ο Μπακούνιν βλέπει την εθνικότητα να αναβιβάζεται σε «ιερή αρχή κάθε φορά που απειλείται ή καταπιέζεται». Κι εκεί που ο πρώτος αντιμετωπίζει περίπου με τρόμο τις εθνικές ιστορίες, καθώς δεν βλέπει φαίνεται εφικτή άλλη ανάγνωσή τους παρά μόνο αυτή που θέλει το έθνος διαχρονική «κοινότητα μυθικών όντων», ο δεύτερος δεν διστάζει να διακηρύξει: «Υποκλινόμαστε, λοιπόν, στην παράδοση, στην ιστορία.»! Πού οφείλονται αυτές οι μεγάλες αποκλίσεις στην προσέγγιση ενός εκάστου, όπου ο ένας μοιάζει να θέλει να εξαφανίσει κάθε εθνικό ίχνος μέσω τής αποκήρυξης των εθνικών εορτών και ο άλλος (που δεν έχει μάλιστα την παραμικρή σχέση με τον γνωστό ‘‘εθνοκομμουνιστή’’ Στάλιν! ;-) ) δείχνει να ‘‘πλέει’’ μέσα στην έννοια του έθνους, με την ίδια άνεση που ένα ψάρι κολυμπάει στο νερό;

Δεν θα μπλέξουμε βέβαια με τη γνωστή γενεαλογική συζήτηση περί έθνους (κατασκευάστηκαν τα έθνη, άποψη που προφανώς συμμερίζεται ο ΗΙ, ή προέκυψαν —ακριβέστερα αναδύθηκαν;) ούτε και θα σταθούμε στη διάκριση μεταξύ έθνους και κράτους, όπως φροντίζει σοφά να κάνει ο Μπακούνιν. Θα χαθούμε στο διάστημα και ούτε και νομίζω άλλωστε ότι προσφέρει κάτι στη συγκεκριμένη κουβέντα. Θα περιοριστούμε στο προφανές: Οι μεγάλες διαφορές μεταξύ ΗΙ και Μπακούνιν οφείλονται στο ότι ο πρώτος θεωρεί το έθνος Νο 1 εχθρό τής Αριστεράς, ενώ ο δεύτερος το αντιμετωπίζει περίπου ως σύμμαχο (και μάλιστα σύμμαχο ‘‘εν όπλοις’’, δεδομένων τών ριζικά ανατρεπτικών επιδιώξεων τού αναρχικού κινήματος).

Ένα, Χι, ή Δύο;

Ποιος έχει δίκαιο και ποιος άδικο; Όπως έδειξε η Ιστορία, ισχύουν αμφότερα για αμφότερους: και οι δύο έχουν δίκαιο, και οι δύο έχουν άδικο! Μ’ άλλα λόγια το έθνος, που στη νεωτερική εποχή νοείται πάντα ως έθνος-κράτος, έχει αποδειχθεί και ασφαλώς θα αποδειχθεί και στο μέλλον ότι εν δυνάμει αντιπροσωπεύει άλλοτε τον Νο 1 εχθρό τής Αριστεράς, κι άλλοτε έναν πρώτης τάξεως σύμμαχο. Κι εδώ δεν εννοώ τα αντιιμπεριαλιστικά, αντιαποικιοκρατικά και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που στην αφετηρία τους τουλάχιστον αποτέλεσαν σαφή κίνηση της Ιστορίας προς τα αριστερά. Εννοώ κάτι πρωταρχικό. Για να θυμηθούμε εμβληματικά γεγονότα:

Ναι, τα έθνη έθαψαν, μεταφορικά και κυριολεκτικά, την εργατική τάξη στο Μεγάλο Πόλεμο του 1914-18. Αλλά και η εθνοκρατική οργάνωση διευκόλυνε τόσο το ξέσπασμα, όσο και την επιβίωση της Οκτωβριανής Επανάστασης. Και για να συνδεθούμε και με το εδώ και τώρα τής θλιβερής ελληνικής πραγματικότητας: η εθνοκρατική οργάνωση είναι αυτή που θα επιτρέψει το σχηματισμό μιας ενδεχόμενης κυβέρνησης με αριστερό πρόσημο, η οποία θα κάνει πράξη (μένει να αποδειχθεί βέβαια αυτό) τις ιδέες τού ίδιου τού Ιωακείμογλου, λόγου χάρη, για «αύξηση του ελάχιστου μισθού» ώστε να γίνουν «μεγάλα βήματα για αυξήσεις όλων των μισθών», ή για «μια συστηματική, μελετημένη, αποφασιστική, πολιτική παρέμβαση» η οποία θα επιτρέψει «να περάσουν στα χέρια των εργαζομένων οι επιχειρήσεις που κλείνουν ώστε να διασώσουμε το παραγωγικό δυναμικό της χώρας».

Αποδομήστε, αποδομήστε… αλλά τι θα μείνει στο τέλος;

Παρ’ όλα αυτά, για τον ΗΙ, συνεπή εκφραστή του κομματιού εκείνου τής Αριστεράς που βλέπει τα πάντα μόνο (όχι πρώτα, ή σε τελική ανάλυση: μόνο) με ταξικά γυαλιά,[1] καμία ενδεχομενικότητα ως προς το ρόλο τού έθνους δεν υπάρχει και επομένως το ζήτημα είναι λυμένο: το έθνος στις μέρες μας είναι σταθερά ο Νο 1 εχθρός τού αριστερού εργατικού κινήματος και γι χρειάζεται επειγόντως αποδόμηση. Έτσι, εκστρατεύει εναντίον του μέσω τής απομάγευσης των εθνικών εορτών. Και ατυχεί πολλαπλώς. Διότι μέσα στον ‘‘αντιεθνικιστικό’’ ενθουσιασμό του ξεχνάει ότι όλα τα επιχειρήματα που επικαλείται για να κάνει ‘‘ίσωμα’’ τις εθνικές γιορτές και τελετουργίες, μπορούν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν για οποιαδήποτε εορταστική και όχι μόνοσυλλογική κοινωνική δραστηριότητα. Ο Ιωακείμογλου έχει την εντύπωση ότι κατεδαφίζει μόνο τις εθνικές εορτές. Στην πραγματικότητα κατεδαφίζει κάθε γιορτή και κάθε ιδιαίτερη και εξαιρετική (όχι μέρος τής καθημερινής ρουτίνας δηλαδή) κοινωνική διαδικασία. Νομίζει ότι πολεμάει το έθνος, ενώ πολεμάει αναπόσπαστες πλευρές τού κοινωνικού! Δίνει δηλαδή μια μάχη που δεν πρόκειται να κερδίσει ποτέ, τουλάχιστον όσο υπάρχουν ανθρώπινες κοινωνίες. Δυστυχία. Αριθμούμε τις κυριότερες ατυχείς στιγμές τού άρθρου του:

1. Ατυχής η έμπνευσή του (ειδικά αυτή, μπορεί και δυστυχής! —με τη διασταλτική έννοια τής λέξης βέβαια) να χρησιμοποιήσει ως εύρημα τον «άγριο» του Αμαζονίου. Το γιατί το εξηγεί ο ίδιος με το χέρι του λίγες αράδες παρακάτω: «Στο σημείο αυτό, ο άγριος φίλος θα είχε πιθανότατα την απορία για ποιο λόγο δεν συμμετέχουμε, κάποιοι από εμάς, στην εθνική εορτή. Στο κάτω-κάτω μοιάζει με τις δικές τους εορτές, τις εορτές των πρωτόγονων κοινωνιών στις οποίες ζουν οι ‘‘άγριοι’’». Εδώ δέχεται ο ίδιος το προφανές (και βέβαια αυτοανατινάζεται): οι συλλογικές και μαζικές γιορτές μιας κοινότητας ανθρώπων δεν είναι ‘‘έργο’’ του έθνους-κράτους!

2. Ατυχής, ατυχέστατη η άποψη που εκφράζει ότι «η εθνική γιορτή είναι μια καθαρά νοητική επινόηση, μια κοινωνικά κατασκευασμένη εμπειρία». Τι θα πει «καθαρά νοητική επινόηση»; Οι γιορτές στην Σοβιετική Ένωση σε κάθε επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης, που ασφαλώς ο εορτασμός της αντιστοιχούσε σε εθνική γιορτή, ήταν μία «καθαρά νοητική επινόηση»; Και τι θα πει «κοινωνικά κατασκευασμένη εμπειρία»; Ακόμα και το πάρτι μιας φίλης μου Δήμητρας όπου ήμουν καλεσμένος το περασμένο Σάββατο ήταν μια «κοινωνικά κατασκευασμένη εμπειρία»! So what?

3. Ατυχής η αναφορά του στο προφανές γεγονός ότι η εθνική εορτή συνιστά μέρος μιας διαδικασίας κοινωνικοποίησης. Κάθε γιορτή αποτελεί μέρος τής ίδιας διαδικασίας, σε διαφορετική κλίμακα κάθε φορά. Ισχύει τόσο για τις οικογενειακές ονομαστικές γιορτές  (λόγου χάρη: όταν ήμουν μικρός μαζευόταν το σόι για να μου πει «Χρόνια Πολλά»), όσο ισχύει και για τις εθνικές γιορτές στην κλίμακα τής φυλής στην οποία ανήκει ο «άγριος» τού Αμαζονίου, όπως ο ίδιος δέχθηκε λίγο πριν αυτοανατιναχτεί (και για τις οποίες, παρεμπιπτόντως, δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερο πρόβλημα).

4. Το ίδιο ατυχής είναι και η υπενθύμιση ενός ακόμα αυτονόητου: κάθε γιορτή, οποιασδήποτε συλλογικότητας, είναι —ταυτόχρονα, την ίδια ακριβώς στιγμή!— μία διαδικασία ενοποίησης (κοινωνικοποίησης που συντελείται σε συγκεκριμένα πλαίσια και με συγκεκριμένες προϋποθέσεις) και μία διαδικασία αποκλεισμού για εκείνους που δεν πληρούν τα κριτήρια συμμετοχής στη γιορτή. Σε μία επετειακή εκδήλωση για την Οκτωβριανή Επανάσταση, π.χ., η αριστερή συλλογικότητα που θα την διοργανώσει δεν πρόκειται να καλέσει τον Κασιδιάρη ή τον Φαήλο! Και στη γιορτή τού Ολυμπιακού για την κατάκτηση του φετινού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου, κατάκτηση που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις πρέπει να θεωρείται βέβαιη, δεν πρόκειται να προσκληθεί η Θύρα 13!

5. Η ίδια ατυχία φαίνεται να κυνηγάει τον ΗΙ κι όταν κάνει λόγο απαξιωτικά για τα τελετουργικά εργαλεία των εθνικών εορτών.[2] Μα η γιορτή εν γένει, οποιαδήποτε γιορτή,  είναι αφ’ εαυτής μία τελετή που αρθρώνεται γύρω από ένα ξεχωριστό γεγονός, μία ιδιαίτερη αφορμή. Πώς είναι δυνατόν να συντελεστεί χωρίς τη χρήση κάποιων αντίστοιχων μέσων (εργαλείων), θεσμισμένων επί τούτου; Πώς είναι δυνατόν, λόγου χάρη, να γιορταστούν παιδικά γενέθλια χωρίς το «τελετουργικό εργαλείο» τής απαραίτητης τούρτας με τα αναπόσπαστα κεράκια που το παιδί θα σβήσει υπό τους ήχους τού γνωστού τραγουδιού, τραγουδισμένου από όλους τους παρευρισκόμενους; Και για να πάμε στα δικά μας: τι άλλο από ένα τέτοιο «τελετουργικό εργαλείο» είναι τα στεφάνια που καταθέτουμε οι αριστεροί στο Σκοπευτήριο κάθε Πρωτομαγιά;  

Αποδόμηση ή αναδόμηση;

Είδαμε ότι για τον ΗΙ και όλους εκείνους που μοιράζονται τις ίδιες απόψεις η απάντηση στο ερώτημα  είναι κατηγορηματική: αποδόμηση. Πάει και τελείωσε. Η αναδόμηση, δηλαδή η εξήγηση για την κοινωνικοϊστορική εξέλιξη των μεγάλων ανθρώπινων κοινωνικών συνόλων από τη χαλαρή προνεωτερική σύνδεσή τους στο σημερινό έθνος-κράτος, καθώς και μία άλλη, δική μας αφήγηση  για το «εθνικό ζήτημα», απαλλαγμένη από τα πέπλα τού μυστικιστικού και μεταφυσικού εθνικισμού δεν τους ενδιαφέρει.[3] Το αποτέλεσμα είναι λιγότερο από μηδέν. Είναι αρνητικός αριθμός! Στο βαθμό που δεν πυροβολούν τον αέρα (όπου κοινωνία και γιορτές), πυροβολούν τα πόδια τους, αφού, υπονομεύοντας κάθε γιορτή και τελετουργία, υπονομεύουν και τις δικές μας, τις αριστερές. Και στο βαθμό που δεν πετυχαίνουν ούτε σ’ αυτό, πυροβολούν το κεφάλι τους! Γιατί, αποδομώντας τα συγκροτητικά στοιχεία τής ελληνικής εθνικής ταυτότητας, στην ουσία πυροβολούν τον τόπο στον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ (το κόμμα που υποστηρίζει ο ΗΙ και οι περισσότεροι ομοϊδεάτες του στο συζητούμενο ζήτημα) φιλοδοξεί να πατήσει για να σχηματίσει αριστερή κυβέρνηση και, σύμφωνα τουλάχιστον με το Συριζικό σχέδιο, να ανοίξει το δρόμο τής ανατροπής για όλη την Ευρώπη!

Αντί επιλόγου

Αντί επιλόγου, αυτό —την κουβέντα τού μεγάλου Αρχιμήδη:

Δς μοι π στ κα τν γν κινάσω. Δώσε μου τόπο να σταθώ και θα κινήσω τη γη!

≈≈≈≈≈


[1] Ο Ιωακείμογλου, πολύ αξιόλογος οικονομολόγος και με σημαντικό έργο υπέρ τών συμφερόντων τών εργαζομένων, είναι ιδρυτικό μέλος τής συντροφιάς τού περιοδικού Θέσεις που διευθύνει ο γνωστός και μη εξαιρετέος υπερδιεθνιστής Γιάννης Μηλιός και, αν δεν κάνω λάθος, με την ίδια με εκείνον πολιτική καταγωγή από την αριστερή πτέρυγα (Β´ Πανελλαδική) τού πάλαι ποτέ ΚΚΕ εσωτερικού. Αν σκεφτεί κανείς ότι το έμβλημα τού ΚΚΕ εσωτερικού ήταν αυτό, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι ιδεολογικές διαδρομές πολλών εξ ημών παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον…

[2] Στα οποία εργαλεία βέβαια συμπεριλαμβάνει πρώτη και καλύτερη τη σημαία. Φαίνεται ότι ο ΗΙ δεν έβαλε μυαλό! Δεν πάνε πολλά χρόνια που εξέδωσε ένα δοκίμιό του με θέμα τη σημαία και το έθνος, από κοινού με το αντίστοιχο δοκίμιο της Σώτης Τριανταφύλλου (τα ταξικά γυαλιά του δεν τον βοήθησαν και πολύ στη συγκεκριμένη περίπτωση: εν έτει 2007 δεν είχε καταλάβει ακόμα τι καπνό φούμαρε η Σώτη!). Εκεί, λοιπόν, ο Ιωακείμογλου εκστράτευε επίσης εναντίον τών εθνών και των σημαιών τους. Αλλά η Σώτη δεν του έκανε το χατίρι να περιοριστεί μόνο στις εθνικές σημαίες. Συμπεριέλαβε στους στόχους της και την Κόκκινη! Είναι προφανές ότι από το μάθημα που του έδωσε η Σώτη, ο ΗΙ δεν κατάλαβε Χριστό!

[3] Ίσως και επειδή θεωρεί, όπως πολλοί που συμμερίζονται τις ίδιες απόψεις, ότι κάθε τι εθνικό αποτελεί προνομιακό πεδίο για τον ταξικό αντίπαλο στο οποίο είμαστε, τάχα, χαμένοι από χέρι. Κατ’ αυτό τον τρόπο, το καταλαβαίνει δεν το καταλαβαίνει, χαρίζει ένα κοινό γήπεδο στους μειοψηφούντες συγκάτοικους που αν και μειοψηφία το διοικούν, αντί να διεκδικήσει τη διοίκησή του για λογαριασμό τών πολλών.



Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Ένας άγριος την 28η Οκτωβρίου και ένας ‘‘αναρχοεθνοκομμουνιστής’’ για την πατρίδα και τον πατριωτισμό




Αναδημοσιεύουμε, χωρίς σχόλια για την ώρα (θα σχολιάσουμε στην επόμενη ανάρτηση), δύο κείμενα που κινούνται στο κλίμα τών ημερών τής επετείου τού ΟΧΙ. Το πρώτο είναι του Ηλία Ιωακείμογλου και δημοσιεύτηκε πέρυσι τέτοιες μέρες στο Red Notebook. Το δεύτερο είναι του Μιχαήλ Μπακούνιν, γράφτηκε πριν κάνα δύο αιώνες και βάλε, και το αλιεύσαμε από τους Σχολιαστές χωρίς Σύνορα και την Iskra.

ЖOЖOЖOЖOЖ


Ένας άγριος την 28η Οκτωβρίου
(του Ηλία Ιωακείμογλου)

Τι θα έλεγε, άραγε, ένας «άγριος», σαν και αυτούς που βρίσκουμε ακόμη ξεχασμένους στον Αμαζόνιο όταν θα έβλεπε τις εορταστικές εκδηλώσεις της 28ης Οκτωβρίου; Ένας άγριος ή ένα παιδί στο οποίο δεν έχει ακόμη εγγραφεί το πολιτισμικό σύστημα αναφοράς των ενηλίκων, δεν θα κατανοούσαν καθόλου το νόημα του θεάματος, όπως θα κατανοούσαν αυθόρμητα μεμιάς το τράβηγμα ενός μαχαιριού ή μια φιλική χειρονομία, το κλάμα ή το γέλιο και όλα τα σημεία των οποίων το νόημα μάς προσφέρεται αβίαστα, χωρίς τη μεσολάβηση μιας νοητικής επεξεργασίας. Για να κατανοήσουν το νόημα του εορτασμού θα έπρεπε να τους δώσουμε εξηγήσεις, διότι η εθνική γιορτή είναι μια καθαρά νοητική επινόηση, μια κοινωνικά κατασκευασμένη εμπειρία.

Θα μας ρωτούσαν καταρχήν σε τι αποσκοπεί αυτό που συμβαίνει, οι αναρτημένες σημαίες, οι παρελάσεις, οι εκφωνήσεις λόγων. Εάν απαντούσαμε, πολύ λογικά, ότι αυτά αποσκοπούν στη διατήρηση μιας μνήμης για ένα σπουδαίο γεγονός, θα μας ρωτούσαν γιατί δεν καθόμαστε στο σπίτι μας να αναλογιστούμε, να αναπολήσουμε και να εκτιμήσουμε την αξία όσων συνέβησαν τότε, την 28η Οκτωβρίου. Μια εθνική εορτή αναγνωρίζεται και υπάρχει μόνο επειδή έχει ρόλο σε μια διαδικασία κοινωνικοποίησης και κοινωνικοποίηση σημαίνει παιχνίδι ανταλλαγής. Σε τι συνίσταται αυτή η ανταλλαγή;

Το θέαμα της συμμετοχής μου στην εθνική εορτή το προσφέρω στους άλλους που επίσης συμμετέχουν, και εκείνοι σε εμένα, ώστε να υπάρξει αμοιβαία αναγνώρισή μας μέσα από τα συλλογικά υπονοούμενα που διακινεί το τελετουργικό της κοινής μας λατρείας. Αν αναρτήσω στην αυλή μου την προσωπική μου σημαία και επιδίδομαι σε πράξεις λατρείας και αφοσίωσης σε αυτήν, οι γείτονές μου θα δουν την δική μου, προσωπική σημαία, σαν ένα πανί που κυματίζει. Όταν όμως αναρτώ την ελληνική σημαία στο μπαλκόνι μου, όπως κάνουν και οι γείτονές μου, ανταλλάσω με αυτούς μια σειρά συλλογικών υπονοούμενων. Το παιχνίδι της αμοιβαίας αναγνώρισης που αναπτύσσεται έτσι, δεν αφορά μόνον εμάς που συμμετέχουμε, αφορά και τους Άλλους, του Ξένους. Η αμοιβαία αναγνώριση είναι ταυτοχρόνως και η χάραξη μιας διαχωριστικής γραμμής έναντι των Άλλων, είναι αποκλεισμός. Η εθνική εορτή ενεργοποιεί μια διαδικασία ανταλλαγής συλλογικών υπονοούμενων και αμοιβαίας αναγνώρισης όσων ανήκουν στο ίδιο Έθνος και αποκλεισμού όσων δεν ανήκουν σε αυτό.

Με αυτόν τον τρόπο η ανθρώπινη δραστηριότητα κατασκευάζει την εθνική εορτή. Τα εργαλεία της είναι τα τελετουργικά: η συμμετοχή στην παρέλαση, έστω ως απλός θεατής, η ανάρτηση και η θέα της σημαίας, οι τιμές που αποδίδονται στο πανί, η εκφώνηση πύρινων λόγων κλπ.

Στο σημείο αυτό, ο άγριος φίλος θα είχε πιθανότατα την απορία για ποιο λόγο δεν συμμετέχουμε, κάποιοι από εμάς, στην εθνική εορτή. Στο κάτω-κάτω μοιάζει με τις δικές τους εορτές, τις εορτές των πρωτόγονων κοινωνιών στις οποίες ζουν οι ‘‘άγριοι’’.

Θα έπρεπε τότε να του εξηγήσουμε ότι το πρόβλημα βρίσκεται στα συλλογικά υπονοούμενα που διακινεί η εθνική εορτή, στο φαντασιακό υλικό που αναγνωρίζει ο πατριώτης μέσω των τελετουργικών της λατρείας του Έθνους, της αναγνώρισης του Έθνους ως κοινότητα μυθικών όντων, από τον Περικλή και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, έως τον Μέγα Αλέξανδρο και τον Ιωάννη Μεταξά. Ζωντανοί, νεκροί και νεκροζώντανοι διατηρούν φρουρά στις Θερμοπύλες ενώ συναισθηματικά και νοητικά συμπαρίστανται ακόμη και όσοι δεν γεννήθηκαν ακόμη, αλλά θα πράξουν ανάλογα εάν χρειαστεί. Το πρόβλημα βρίσκεται στον μύθο ότι το Έθνος αποτελεί ενότητα πρωταρχική, που υπερβαίνει δηλαδή όλες τις διαιρέσεις στους κόλπους του πληθυσμού, που έχει αξίες και συμφέροντα τα οποία προηγούνται όλων των άλλων αξιών και συμφερόντων και όλων των ταξικών διαιρέσεων της κοινωνίας. Το πρόβλημα είναι ακόμα, ότι το Έθνος είναι θρησκεία της αγάπης για όσους ανήκουν σε αυτό ενώ αντιμετωπίζει με σκληρότητα και μισαλλοδοξία τους Ξένους. Το Έθνος δεν υπάρχει χωρίς το αμυντικό μίσος του πατριώτη που γλιστρά εύκολα στο καταδιωκτικό μίσος του εθνικιστή.

Όποιος έχει αποστασιοποιηθεί από τους εθνικούς μύθους δεν έχει θέση στην εθνική εορτή. Εάν μάλιστα η απόστασή του από αυτούς τους μύθους μεγαλώσει αρκετά, θα βλέπει τις εθνικές εορτές όπως και τις τελετές των αγρίων και δεν θα έχει καθόλου άδικο.

∞∞∞


Κράτος – Πατρίδα – Πατριωτισμός
(του Μιχαήλ Μπακούνιν)

Η ευημερία του Κράτους είναι αθλιότητα του πραγματικού Έθνους, του λαού. Το μεγαλείο και η ισχύς του Κράτους είναι σκλαβιά του Λαού. Ο Λαός είναι φυσικός και νόμιμος εχθρός του Κράτους. Ακόμα και αν ο Λαός υποκύπτει —πολύ συχνά αλίμονο— στις αρχές, κάθε αρχή του είναι μισητή. Το Κράτος δεν είναι Πατρίδα. Είναι η αφαίρεση, ο μεταφυσικός, μυστικιστικός, πολιτικός, νομικός μύθος της πατρίδας. Οι λαϊκές μάζες όλων των χωρών αγαπούν βαθιά την πατρίδα τους. Αλλά αυτό είναι μια φυσική, πραγματική αγάπη.

Ο πατριωτισμός του λαού δεν είναι ιδέα αλλά γεγονός, και ο πολιτικός πατριωτισμός, η αγάπη του Κράτους δεν είναι η ακριβής έκφραση αυτού του γεγονότος αλλά μια εκφυλισμένη έκφραση μέσω μιας απατηλής αφαίρεσης, και πάντα προς όφελος μιας εκμεταλλεύτριας μειοψηφίας. Η Πατρίδα, η εθνικότητα όπως και η ατομικότητα, είναι ταυτόχρονα ένα γεγονός φυσικό και κοινωνικό, ψυχολογικό και ιστορικό. Δεν είναι μια θεωρητική αρχή. Μπορούμε να ονομάσουμε ανθρώπινη αρχή μόνο ό,τι είναι καθολικό, κοινό σε όλους τους ανθρώπους. Η εθνικότητα τους χωρίζει. Δεν είναι λοιπόν αρχή. Αλλά αυτό που είναι αρχή, είναι ο σεβασμός που ο καθένας πρέπει να έχει για τα φυσικά, πραγματικά ή κοινωνικά γεγονότα. Η εθνικότητα, όπως και η ατομικότητα, είναι ένα από τα γεγονότα αυτά. Οφείλουμε λοιπόν να τη σεβόμαστε. Η καταπίεσή της είναι έγκλημα, και για να μιλήσουμε με τη γλώσσα του Μαντσίνι, αυτή γίνεται ιερή αρχή κάθε φορά που απειλείται ή καταπιέζεται. Γι' αυτό λοιπόν συναισθάνομαι ειλικρινά και πάντα τον πατριώτη κάθε καταπιεσμένης πατρίδας. Η Πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο δικαίωμα κάθε ανθρώπου, κάθε ομάδας ανθρώπων, ενώσεων, κοινοτήτων, περιοχών, εθνών να αισθάνονται, να σκέπτονται, να θέλουν και να δρουν με τον δικό τους τρόπο, και ο τρόπος αυτός είναι πάντα το αναμφισβήτητο αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας ιστορικής εξέλιξης.

Υποκλινόμαστε, λοιπόν, στην παράδοση, στην ιστορία. Ή, καλύτερα, τις αναγνωρίζουμε όχι γιατί μας παρουσιάζονται σαν αφηρημένα εμπόδια που σχηματίστηκαν μεταφυσικά, νομικά και πολιτικά από τους σοφούς δασκάλους και ερμηνευτές του παρελθόντος , αλλά μόνο γιατί έχουν περάσει πραγματικά στο αίμα και στη σάρκα, στις αληθινές σκέψεις και τη θέληση των σημερινών λαών.

∞∞∞